Κοντά στον ετήσια στόχο για ρυθμό ανάπτυξης 2,1% φέτος βρίσκονται τα στοιχεία για το ΑΕΠ του 9μήνου Ιανουαρίου - Σεπτεμβρίου, αλλά οι επενδύσεις κινούνται σε αρνητικό έδαφος και την παρτίδα σώζουν κυρίως οι εξαγωγές και ο τουρισμός, όπως και η ιδιωτική κατανάλωση.
Καμπανάκι χτυπούν, επίσης, τα στοιχεία για τις εισαγωγές, που αυξάνονται απειλώντας την ισορροπία του ισοζυγίου πληρωμών.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που ανακοινώθηκαν χθες, κατά το τρίτο τρίμηνο του έτους το ΑΕΠ σε ετήσια βάση αυξήθηκε κατά 2,2%. Δεδομένου ότι τα προηγούμενα τρίμηνα ο ρυθμός ήταν 2,5% (το α΄ τρίμηνο) και 1,7% (το β΄ τρίμηνο), ο μέσος ρυθμός του 9μήνου Ιανουαρίου - Σεπτεμβρίου ήταν 2,1%. Ετσι, για να επιτευχθεί ο ετήσιος στόχος του 2,1%, θα χρειαστεί ένας ρυθμός 2% το τέταρτο τρίμηνο.
Στο μέτωπο των επενδύσεων, όμως, σημειώθηκε μείωση κατά 23,2% σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο του 2017. Το πρώτο τρίμηνο του έτους είχε και πάλι σημειωθεί μείωση 8,8% και το β΄ τρίμηνο αύξηση 19,2% (ύστερα από σημαντική αναθεώρηση των αρχικών στοιχείων).
Ο προϋπολογισμός του 2019, που κατατέθηκε στις 21 Νοεμβρίου, προβλέπει σχεδόν στασιμότητα επενδύσεων για φέτος (αύξηση 0,8%), ενώ λίγους μήνες πριν, το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα έβλεπε αύξηση επενδύσεων 11,1%. Σε κάθε περίπτωση, μέχρι στιγμής, με βάση τα στοιχεία 9μήνου, αυτές κινούνται σε έντονα αρνητικό έδαφος.
Την ίδια περίοδο, εξάλλου, οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων ήταν μειωμένες έναντι του στόχου κατά 1,3 δισ. ευρώ, συμπληρώνοντας την εικόνα της καθοδικής επενδυτικής πορείας.
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ η πτώση των επενδύσεων του γ΄ τριμήνου οφείλεται στα πάγια (ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου), ενώ αντίθετα στα αποθεματικά (ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου) υπάρχει αύξηση (42,2%).
Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 7,6% σε σχέση με το γ΄ τρίμηνο του 2017. Ειδικότερα, οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 7,9%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών κατά 8%.
Από την άλλη πλευρά, οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 15% το γ΄ τρίμηνο και ειδικότερα οι εισαγωγές αγαθών κατά 15% και υπηρεσιών κατά 16%.
Η τελική καταναλωτική δαπάνη παρουσίασε μείωση κατά 0,3% σε σχέση με το γ΄ τρίμηνο του 2017, αλλά από την επιμέρους ανάλυση των στοιχείων προκύπτει ότι τα νοικοκυριά αύξησαν την κατανάλωσή τους κατά 0,7%, ενώ η κυβέρνηση τη μείωσε κατά 4,1%. Μείωση δημοσίων επενδύσεων και δημοσίων δαπανών, που χρησιμοποιήθηκαν από την κυβέρνηση για την επίτευξη των υπερπλεονασμάτων, συνέβαλαν επομένως αρνητικά στην ανάπτυξη, όπως προκύπτει και από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.
Για τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης, τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπουν για φέτος 2%, έναντι της κυβερνητικής πρόβλεψης για 2,1%. Το κατά πόσον θα επιτευχθεί θα φανεί το δ΄ τρίμηνο, που ξεκινάει από υψηλή βάση, κάτι που προκαλεί προβληματισμό σε ορισμένους αναλυτές, αν και οι περισσότερες επίσημες προβλέψεις, ακόμη και από ελληνικούς φορείς, κινούνται γύρω στο επίπεδο του 2%.
No comments:
Post a Comment