Το φαινόμενο του «υπερτουρισμού» είναι αυτό που θα απασχολήσει την ευρωπαϊκή τουριστική βιομηχανία το 2019, σύμφωνα με τους παράγοντες του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), οι οποίοι σημειώνουν ότι θα συνεργαστούν στο συγκεκριμένο θέμα και με άλλους -ανάλογους του ΣΕΤΕ- φορείς της Ε.Ε.
Μάλιστα, όπως σημειώνουν αρμόδιοι παράγοντες, η Ε.Ε. αναμένεται στο επόμενο χρηματοδοτικό πλαίσιο μετά το 2020 να συμπεριλάβει συγκεκριμένα χρηματοδοτικά σχέδια για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του υπερτουρισμού.
Στην Ελλάδα
Στη χώρα μας, φαινόμενα που μπορεί να προσιδιάζουν σε αυτό του υπερτουρισμού αντιμετωπίζονται προς το παρόν στη Σαντορίνη και σε ορισμένες περιοχές της Αθήνας, λόγω κυρίως της έξαρσης της βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Η Σαντορίνη μετατρέπεται σε έναν από τους πλέον δημοφιλείς προορισμούς το καλοκαίρι, με αποτέλεσμα ολοένα και περισσότεροι τουρίστες να την επισκέπτονται κάθε χρόνο. Ωστόσο, λόγω της αυξανόμενης προσέλευσης τουριστών, οι κάτοικοι του νησιού παραπονέθηκαν για συνωστισμό και συμφόρηση στους δρόμους, ενώ παρουσιάστηκαν προβλήματα στις υποδομές, όπως επίσης και συνεχής κατασκευή νέων κατοικιών, ξενοδοχείων και γενικότερα καταλυμάτων. Σύμφωνα με τον δήμαρχο του νησιού Νίκο Ζώρζο, το 1971 υπήρχαν 3.375 κατοικίες και πλέον αυτές έχουν ξεπεράσει τις 13.888. Την ίδια στιγμή, το 2013 οι απαιτήσεις για ενέργεια ανέρχονταν σε 32MW, ενώ το 2017 οι απαιτήσεις ξεπέρασαν τα 48MW.
Η έκθεση του WTO
Το φαινόμενο του υπερτουρισμού αναλύθηκε διεξοδικά σε πρόσφατη έκθεση του World Tourism Organisation (WTO), η οποία καταλήγει στη διατύπωση προτάσεων αντιμετώπισης του φαινομένου, όχι μόνο από τους φορείς του τουρισμού, αλλά σε στενή συνεργασία με κεντρικές και τοπικές κυβερνήσεις και άρχοντες της τοπικής αυτοδιοίκησης. Όπως επισημαίνει ο WTO, τις τελευταίες δεκαετίες η αστικοποίηση του πληθυσμού έχει αυξηθεί σημαντικά. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, το 1990 το 43% του παγκόσμιου πληθυσμού ζούσε στις πόλεις, με το ποσοστό αυτό να αυξάνεται στο 54% το 2015, ενώ αναμένεται να επεκταθεί στο 60% το 2030.
Παράλληλα, με την ταχεία αστικοποίηση, η ανάπτυξη του τουριστικού τομέα προήλθε από την οικονομική ανάπτυξη, το χαμηλότερο κόστος μεταφοράς, τη διευκόλυνση των ταξιδιών και την αυξανόμενη μεσαία τάξη στις προηγμένες και αναδυόμενες οικονομίες. Η εξέλιξη αυτή έκανε τις πόλεις ολοένα και πιο δημοφιλείς προορισμούς. Τις τελευταίες δεκαετίες οι διεθνείς τουρίστες έχουν περάσει από 25 εκατομμύρια διεθνείς αφίξεις το 1950 σε πάνω από 1,3 δισεκατομμύριο το 2017. Ο UNWTO προβλέπει ότι ο κλάδος αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται κατά 3,3% ετησίως μέχρι το 2030, μια χρονιά που υπολογίζεται ότι 1,8 δισεκατομμύριο τουρίστες θα διασχίσουν τα σύνορα ανά την υφήλιο.
Σήμερα, το εισόδημα που προέρχεται από τον εγχώριο και διεθνή τουρισμό συμβάλλει σημαντικά στην κοινωνικοοικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη πολλών πόλεων και της γύρω περιοχής. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, όπως σημειώνεται στην έκθεση, η ανάπτυξη του αστικού τουρισμού δημιουργεί επίσης σημαντικές προκλήσεις αναφορικά με την εξασφάλιση μιας βιώσιμης ανάπτυξης των πόλεων. Ειδικότερα, τίθενται θέματα χρήσης των φυσικών πόρων, αντοχής των υποδομών από τη συγκέντρωση μεγαλύτερου αριθμού κατοίκων, την κυκλοφοριακή συμφόρηση κ.λπ.
Τα τελευταία χρόνια, οι προκλήσεις αυτές συνδυάζονται με την αύξηση της προσφοράς τουριστικών καταλυμάτων μέσω νέων υπηρεσιών, όπως είναι οι ηλεκτρονικές πλατφόρμες στις πόλεις. Ως εκ τούτου παρατηρείται άνοδος των αρνητικών αντιλήψεων μεταξύ των τοπικών πληθυσμών έναντι των επισκεπτών, λόγω προβλημάτων υπερσυσσώρευσης, θορύβου και άλλων οχλήσεων που αποδίδονται στους τουρίστες. Μάλιστα, έχουν αρχίσει και οι διαμαρτυρίες με συγκεντρώσεις πολιτών κατά της παρουσίας τουριστών.
Νέες έννοιες, όπως «υπερτουρισμός» και «τουρισμοφοβία» έκαναν την εμφάνισή τους. Σαν «υπερτουρισμός» (overtourism) ορίζεται ο αντίκτυπος του τουρισμού στον προορισμό ή σε τμήματά του και το πώς αυτός επηρεάζει υπερβολικά και με αρνητικό τρόπο την ποιότητα ζωής των πολιτών.
Στην έκθεση αναφέρεται ακόμη ότι η διαχείριση του υπερτουρισμού προϋποθέτει ότι θα έχει διαμορφωθεί από πριν μια ξεκάθαρη εικόνα για το πρόβλημα. Για παράδειγμα, αναφέρεται ότι ο υπερτουρισμός δεν είναι μόνο θέμα αριθμού τουριστών, καθώς υπάρχουν πόλεις που μπορεί να έχουν μεγάλο αριθμό επισκεπτών και να μην αντιμετωπίζουν προβλήματα και άλλες με μικρότερο αριθμό που να έχουν περισσότερα προβλήματα διαχείρισης. Επίσης, συνήθως το πρόβλημα του υπερτουρισμού δεν αφορά ολόκληρη την πόλη, αλλά συγκεκριμένες περιοχές που προσελκύουν τουρίστες κ.λπ.
Η στάση των κατοίκων
Παράλληλα, σημαντικής αξίας είναι η κατανόηση της στάσης των κατοίκων απέναντι στον τουρισμό. Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη με αφορμή την έκθεση, μεταξύ των κατοίκων οκτώ ευρωπαϊκών πόλεων (Άμστερνταμ, Βαρκελώνη, Βερολίνο, Κοπεγχάγη, Λισαβόνα, Μόναχο, Σάλτσμπουργκ και Ταλίν) η πλειοψηφία πιστεύει ότι «δεν πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί στην ανάπτυξη του αριθμού των επισκεπτών» και μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό θεωρεί ότι η ανάπτυξη του τουρισμού πρέπει να σταματήσει.
Οι επιπτώσεις
Η έρευνα, επίσης, δείχνει ότι οι θετικές επιπτώσεις από τον τουρισμό αφορούν την εμπέδωση μιας διεθνούς ατμόσφαιρας στην πόλη, την προστασία των ιστορικών τμημάτων της και τις αποκαταστάσεις της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Αντίθετα, οι πιο αρνητικές επιπτώσεις είναι: η αύξηση στις τιμές των κατοικιών, η αύξηση των τιμών ταξί, των τιμών των προϊόντων στα καταστήματα και η αύξηση του κόστους των μέσων μαζικής μεταφοράς.
Η έκθεση καταλήγει υπογραμμίζοντας ότι ο αστικός τουρισμός συμβάλλει σημαντικά στην κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη των πόλεων και της ευημερίας των κατοίκων τους και πρέπει να συμβάλλουν στη δημιουργία καλύτερων πόλεων για όλους: πολίτες, επενδυτές και επισκέπτες.
Ο αντίκτυπος σε αστικές περιοχές
Στα βασικά συμπεράσματα της έκθεσης του WTO τονίζεται, μεταξύ άλλων, ότι η ταχεία αστικοποίηση και η πρόσφατη ανάπτυξη του τουρισμού σε αστικές περιοχές έχουν οδηγήσει σε σημαντική αύξηση της ζήτησης για αστικό τουρισμό, ο οποίος θα συνεχίσει να τονώνεται από την αυξημένη κινητικότητα, τη συνεχώς αυξανόμενη μεσαία τάξη, τις πιο προσιτές μεταφορές και επιλογές διαμονής. Παράλληλα, ωστόσο, εκφράζεται η εκτίμηση ότι ο καλά οργανωμένος τουρισμός μπορεί να συμβάλει στην πρόοδο και τη δημιουργία ασφαλών, ανθεκτικών και βιώσιμων πόλεων και των ανθρώπινων οικισμών, όπως προβλέπεται στους στόχους του ΟΗΕ (New Urban Agenda and the 17 Sustainable Development Goals).
Τονίζεται, επίσης, ότι κατά τη διαδικασία καθορισμού των μηχανισμών παρακολούθησης και διαχείρισης της «τουριστικής συμφόρησης», δηλαδή της ικανότητας των πόλεων να απορροφήσουν τη ζήτηση, αλλά και του καθορισμού των «ορίων αποδεκτής αλλαγής» της ζωής των πόλεων, είναι ουσιώδες να εξεταστούν ποσοτικοί και ποιοτικοί δείκτες για να εξασφαλιστεί μια ολοκληρωμένη άποψη για τον αντίκτυπο του τουρισμού στον κάθε προορισμό και στους κατοίκους του. Ακόμη υπογραμμίζεται ότι τα όρια παρέμβασης των Οργανισμών Διαχείρισης Προορισμών (Destination Management Organizations - DMOs) είναι περιορισμένα. Οι DMO δεν μπορούν μόνοι τους να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του τουρισμού, αλλά απαιτείται συνεργασία πολλών δυνάμεων και φορέων.
Προτεινόμενες στρατηγικές
Στην έκθεση του WTO επισημαίνεται ότι είναι απαραίτητη μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση και ένας προγραμματισμός για να προσδιοριστούν ποιες στρατηγικές είναι επιτυχείς για να εφαρμοστούν σε έναν προορισμό. Ειδικότερα, στην έκθεση περιλαμβάνονται 11 στρατηγικές και 68 μέτρα που βοηθούν στην κατανόηση και τη διαχείριση του συνεχώς αυξανόμενου αριθμού των επισκεπτών στις πόλεις. Μεταξύ των προτεινόμενων στρατηγικών, οι κάτοικοι που ερωτήθηκαν στην έρευνα εστιάζουν στα παρακάτω μέτρα:
* Στη βελτίωση της υποδομής και των εγκαταστάσεων στην πόλη.
* Στην ενημέρωση των κατοίκων και των τοπικών επιχειρήσεων για τον τουριστικό σχεδιασμό.
* Στην επικοινωνία με τους τουρίστες, ώστε να εφαρμόζουν κανόνες συμπεριφοράς κατά την επίσκεψή τους την πόλη.
* Στη διεύρυνση της τουριστικής περιόδου, ώστε οι επισκέπτες να διανέμονται σε όλη τη διάρκεια του έτους.
* Στη δημιουργία εμπειριών στην πόλη, όπου οι κάτοικοι και οι επισκέπτες να μπορούν να συναντηθούν και να ενσωματωθούν.
No comments:
Post a Comment